Πριν την οριστική επικράτηση του Χριστιανισμού στην Ευρώπη, ο Νεραϊδόκοσμος συνυπήρχε με τον κόσμο των ανθρώπων, αόρατος στα μάτια των κοινών θνητών. Μόνο όσοι διέθεταν την μαγική όραση (witch sight) μπορούσαν να δουν τα κάστρα των ξωτικών να ορθώνονται στα ρεικοτόπια και τους ερημικούς λόφους. Και τις νύχτες με καταιγίδα οι ουρανοί τραντάζονταν ακόμη από το Άγριο Κυνήγι του Όντιν και της φασματικής ακολουθίας του.
Την περίοδο που οι Βίκινγκ έκαναν επιδρομές και τελικά εγκαθίσταντο στην Αγγλία και την Ιρλανδία, ο πόλεμος μεταξύ των Ξωτικών και των Τρολ (των δύο ισχυρότερων φυλών του Νεραϊδόκοσμου) μαινόταν. Και αυτή η σύγκρουση με τη σειρά της αποτελούσε αντανάκλαση μιας άλλης, που διεξαγόταν σε υψηλότερο επίπεδο, μεταξύ των Aesir και των Γιγάντων. Εκείνη την εποχή, ο ξωτικοάρχοντας Imric έκλεψε ένα ανθρώπινο μωρό και το αντικατέστησε στην αγκαλιά της μάνας του με ένα "αλλαγμένο" (changeling), το οποίο γέννησε μια αιχμάλωτη πριγκίπησσα των Τρολ. Έτσι ο Skafloc μεγάλωσε στο βασίλειο των Ξωτικών ενώ ο Valgard μεγάλωσε στον κόσμο των ανθρώπων ως το σκοτεινό είδωλο του Skafloc, χωρίς να γνωρίζει την πραγματική του φύση. Οι Aesir έκαναν δώρο στον Skafloc ένα σπασμένο σπαθί, ένα τρομερό όπλο για ώρα ανάγκης. Αλλά οι θεοί έχουν τα δικά τους σχέδια και θνητοί, ξωτικά και τρολ δεν είναι παρά πιόνια στα παιχνίδια τους...
Τα παραπάνω αποτελούν το πλαίσιο και την αφετηρία της νουβέλας
The Broken Sword του διάσημου αμερικανού συγγραφέα φαντασίας
Poul Anderson. Για τον Anderson έχουμε μιλήσει
παλιότερα και μάλλον θα επανέλθουμε και στο μέλλον. Το
ΤBS κυκλοφόρησε το 1954. Tο 1971 παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της ιστορικής σειρά Adult Fantasy των εκδόσεων Ballantine μια αναθεωρημένη εκδοχή της νουβέλας που είχε ξαναδουλέψει ο συγγραφέας. Το 2002 η νουβέλα εκδόθηκε στην αρχική μορφή του 1954 από τη σειρά Fantasy Masterworks της Gollancz. Αυτή είναι και η έκδοση που αγόρασα πριν αρκετά χρόνια, όταν και πρωτοδιάβασα το έργο. Είχε προηγηθεί η παρουσίαση του στην έντυπη
Πολεμική Σημαία και μια περίοδος μάταιης αναζήτησης του.
Με ύφος που παραπέμπει στις ισλανδικές σάγκες, το TBS αφηγείται την τραγική ιστορία των Skafloc και Valgard. Ο πρώτος θα γίνει πρόμαχος των Ξωτικών, ενώ ο δεύτερος θα διεκδικήσει την αλλοκοσμική κληρονομιά του και θα αποκτήσει ηγετική θέση στις τάξεις των πολεμιστών των Τρολ. Οι δύο τους θα εμπλακούν στον πόλεμο των νεραϊδολαών, και όταν θα φανεί πως τα Τρολ επικρατούν, ο Skafloc θα αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το σπασμένο σπαθί για να αλλάξει τις τύχες του πολέμου. Το τίμημα όμως θα είναι να χάσει την αγαπημένη του Freda και να βυθισθεί στην απελπισία. Μαζί με τον θεό της θάλασσας Mannanan Mac Lir, ο Skafloc θα αναζητήσει στις εσχατιές του Βορρά-στο ζοφερό Jotunheim-τον γίγαντα Bolverk που είναι ο μόνος που μπορεί να ενώσει τα κομμάτια του σπαθιού και σφυρηλατήσει ξανά το όπλο. Τελικά το μαγικό ξίφος θα φέρει την νίκη αλλά και την καταστροφή και η Μοίρα θα συντρίψει τους πρωταγωνιστές, τις ελπίδες και τα όνειρα τους.
Χωρίς αμφιβολία, το TBS αποτελεί ένα από τα πιο επιδραστικά βιβλία στο χώρο της fantasy λογοτεχνίας. Το χαρακτηρίζει η λιτή γραφή του Anderson και η γρήγορη εξέλιξη της πλοκής, απαλλαγμένη από περιττές φλυαρίες. Σκηνές μαχών και άγριας αιματοχυσίας που θυμίζουν
Robert Howard εναλλάσσονται με σχεδόν γοτθικές περιγραφές των τοπίων και των στοιχείων της φύσης, ενώ υπάρχει ικανοποιητική-χωρίς να καταντάει κουραστική-σκιαγράφηση των χαρακτήρων. Ίσως το πιο γοητευτικό χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι ο όμορφος τρόπος που ο συγγραφέας αξιοποιεί τις γνώσεις του πάνω στις ευρωπαϊκές παραδόσεις (κυρίως τις βόρειες) και τις εντάσσει στο έργο του. Λεπτομέρειες όπως η Fand που δακρύζει αναφερόμενη στον ήρωα Cuchulain, ή η συνάντηση του Skafloc με τον εξόριστο από την Ελλάδα φαύνο, ή ακόμα και ο Σατανάς που εμφανίζεται στην γριά μάγισσα λέγοντας της πως σε κάποια προηγούμενη ενσάρκωση του ήταν ο Loki, κάνουν την διαφορά και καθιστούν το TBS ένα απολαυστικό ανάγνωσμα. Επιπλέον, έχει σημασία πως ο Anderson αποφεύγει να προσεγγίσει το υλικό του πάνω στον άξονα της στερεότυπης αντιπαράθεσης Καλού-Κακού, αλλά δημιουργεί ένα πιο σύνθετο έργο όπου δεν υπάρχουν ξεκάθαρες διαχωριστικές γραμμές, προκαλώντας τον προβληματισμό του αναγνώστη και δίνοντας μεγαλύτερο βάθος στην ιστορία του.
Το ίδιο το σπασμένο σπαθί παραμένει ανώνυμο στην έκδοση του 1954, ενώ κατονομάζεται ως το σπαθί
Tyrfing σε αυτήν του 1971. Το ξίφος που έχει χαραγμένους ρούνους στην λεπίδα του, λάμπει με μια γαλάζια φλόγα και διψάει για αίμα, που χαρίζει την νίκη αλλά και φέρνει τον όλεθρο σε αυτόν που το κραδαίνει, προφανώς αποτελεί την πηγή έμπνευσης για το
Stormbringer του
Michael Moorcock, ο οποίος είχε σε μεγάλη εκτίμηση το TBS. Μάλιστα η φοβερή εικόνα εξωφύλλου του έβδομου τεύχους του κόμιξ Stormbringer του
P. C. Russell ταιριάζει άψογα και με το τέλος του βιβλίου του Anderson: οι ηθοποιοί έπαιξαν τους προκαθορισμένους ρόλους και η Κωμωδία έλαβε τέλος.
Πέρα από την επίδραση του στο έργο του Moorcock αλλά και στο ευρύτερο σύγχρονο fantasy, συχνά τονίζεται πως το TBS κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με τα δύο πρώτα μέρη του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών του
Tolkien και γίνονται ενδιαφέρουσες συγκρίσεις μεταξύ των δύο έργων. Ωστόσο, θα έλεγα πως το έργο του Tolkien που βρίσκεται σε μεγαλύτερη αντιστοιχία με το TBS είναι το
The Children of Hurin. Τα Παιδιά του Χούριν είναι μια από τις ιστορίες που περιέχονται στο Σιλμαρίλιον, αλλά σε ολοκληρωμένη μορφή κυκλοφόρησε το 2007 σε επιμέλεια του
Christopher Tolkien. Στην ιστορία του Τούριν, γιού του Χούριν, βρίσκουμε πολλές αναλογίες με αυτήν του Skafloc: η κατάρα που βαραίνει την γενιά του πατέρα του ήρωα, το παιδί των ανθρώπων που μεγαλώνει στο βασίλειο των ξωτικών και γίνεται σπουδαίος πολεμιστής, ο απαγορευμένος αιμομεικτικός έρωτας και η αποκάλυψη του, και θάνατος του ήρωα από το ίδιο το σπαθί του. Επιπλέον ανάγνωσεις των βιβλίων ίσως αποκαλύψουν και άλλες ομοιότητες αλλά και επιμέρους διαφορές.
Επιστρέφοντας στο έπος του Anderson, συνοψίζουμε λέγοντας πως το Σπασμένο Σπαθί είναι ένα βίαιο παραμύθι, μια σκοτεινή ιστορία αίματος και πάθους που θα γοητεύσει κάθε φίλο της fantasy λογοτεχνίας (ιδίως όσους έχουν αγάπη για τους σκανδιναυικούς μύθους). Το έχω ξαναγράψει πως δυστυχώς στην χώρα μας το κλασικό αυτό έργο παραμένει αμετάφραστο. Παλιότερα προσπάθησα ο ίδιος να το μεταφράσω αλλά δεν προχώρησα πέρα από την πρώτη παράγραφο 😛. Ευελπιστώ κάποιος πιο ικανός να δρέψει σύντομα την δόξα της μετάφρασης και να παρουσιάσει το έργο στο ελληνικό κοινό (αν και εικάζω πως δεν θα συγκινήσει πολύ κόσμο).
Βέβαια ο Κύκλος δεν έχει κλείσει. Ο Όντιν ξεγέλασε την Freda και πήρε το παιδί του Skafloc, ενώ το δαιμονικό σπαθί ρίχτηκε στα βάθη της θάλασσας χωρίς να έχει εκπληρώσει το πεπρωμένο του. Σε ερημικές και στοιχειωμένες γωνιές του κόσμου μας η σύγκρουση των νεραϊδολαών μπορεί να συνεχίζεται, χωρίς να γίνεται αντιληπτή από τις θολωμένες από τον σύγχρονο τρόπο ζωής αισθήσεις μας. Πολλές ιστορίες απομένει να ειπωθούν ακόμη προτού σημάνει η ώρα του
Ragnarok. Πόσα αυτιά υπάρχουν όμως για να τις ακούσουν;